dc.description.abstract | Πριν την έκρηξη της διεθνούς οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, η ίδια
ως χώρα σημείωνε άλματα ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, έπειτα από την
είσοδό της στη ζώνη των χωρών του ευρώ το έτος 2002, οι ρυθμοί ανάπτυξής
της υπερτερούσαν έναντι των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, ακόμα και των
ΗΠΑ. Ωστόσο, η εν λόγω ανάπτυξη, προήλθε σχεδόν «αποκλειστικά από την
ιδιωτική και δημόσια καταναλωτική δαπάνη», κατόπιν διαθέσιμων πιστώσεων
χαμηλού κόστους. Ως εκ τούτου, το ξέσπασμα της κρίσης και οι συνέπειες
που επιφέρει μια τέτοιου είδους κρίση, ανέδειξαν τα «δομικά μειονεκτήματα»
τα οποία χαρακτηρίζουν το μέχρι τώρα «ελληνικό μοντέλο ανάπτυξης».
Η Ελλάδα ως χώρα, το μέγεθός της σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος
της οικονομίας της, αναδύουν έναν δημόσιο τομέα ο οποίος αποτελεί έναν
από τους πιο υπερμεγέθεις και πιο δαπανηρούς στην Ευρώπη Ένωση.
Παράλληλα με αυτό, και ενώ είναι αρκετά μικρή σε μέγεθος έναντι των κρατών
στο Βορρά της Ευρώπης, σε αντίθεση με το Ελληνικό δημόσιο τομέα, στις
χώρες αυτές ο δημόσιος τομέας προσφέρει πολύ υψηλότερη ποιότητα
κοινωνικών υπηρεσιών και αγαθών κοινωνικής ωφέλειας.
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση της κατάστασης στην Ελλάδα,
επισημαίνεται ότι η εν λόγω κρίση χρέους που υπέστη η χώρα, επέφερε ως
συνέπεια μεταξύ άλλων την υιοθέτηση πολλών μέτρων λιτότητας, αξίας
πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, ώστε να καλυφθούν ως έναν βαθμό τα
δημοσιονομικά της ελλείμματα. Για αυτό καθώς και για όλους τους λόγους
που προαναφέρθηκαν, το ελληνικό κράτος έχει ήδη «νομοθετήσει σημαντικές
μεταρρυθμίσεις» όσον αφορά στην δημοσιονομική προσαρμογή και
εξυγίανση.
Ταυτόχρονα ωστόσο καλείται η Ελλάδα να επενδύσει στον τομέα της
οικονομικής και επιχειρηματικής της ανάπτυξης, ώστε με την εφαρμογή του εν
λόγω «δημοσιονομικού προγράμματος», να καταφέρει να το συνδυάσει με την
αντίστοιχη εφαρμογή ενός «μακροπρόθεσμου και βιώσιμου νέου Μοντέλου
Ανάπτυξης της Ελλάδας».
Για να επιτευχθούν οι κρίσιμοι αυτοί στόχοι, επιβάλλονται οι εφαρμογές
πολλών και σημαντικών διορθωτικών αλλαγών. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει
να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά οι βασικές πηγές εμποδίων παραγωγής
και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Μεταξύ άλλων, θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί ο ευρύτερος δημόσιος
τομέας, ο οποίος χαρακτηρίζεται μεγάλος σε μέγεθος και ταυτόχρονα καθόλου
αποδοτικός, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματικός και παραγωγικός. Έτσι, η
ελληνική κυβέρνηση πρόσφατα έλαβε μέτρα που αφορούν στους δημόσιους
υπαλλήλους, έχοντας τα προαναφερθέντα ως απώτερο σκοπό να επιτύχει.
Στη συνέχεια θα επικεντρωθούμε σε αυτό το θέμα, αναλύοντας τις σύγχρονες
νομοθετικές ρυθμίσεις για τους δημόσιους υπαλλήλους όσον αφορά στην
μονιμότητα, την κινητικότητα και τη διαθεσιμότητα αυτών. | el |